“Omnis Caesareo cedit labor Amphitheatro,  unum pro cunctis fama loquetur opus”.
(Κάθε άλλο δημιούργημα υποχωρεί μπροστά στο αμφιθέατρο των Καισάρων, η δόξα θα τιμήσει μόνο αυτό, στην θέση όλων των άλλων)

Μάρκος Βαλέριος Μαρτιάλης, De Spectaculis 1, 7-8

 

Το Κολοσσαίο είναι το μεγαλύτερο ρωμαϊκό μνημείο που έχει φτάσει στις μέρες μας και σίγουρα, μαζί με τον Άγιο Πέτρο, αποτελεί το σήμα κατατεθέν της Ρώμης.
«Κολοσσαίο» είναι το όνομα που δόθηκε στο μνημείο κατά τον Μεσαίωνα, το αυθεντικό του όνομα είναι Amphitheatrum Flavium (αμφιθέατρο των Φλαβίων), από το όνομα της δυναστείας των αυτοκρατόρων που το έκτισαν.

Βρισκόμαστε στο 64 μ.Χ., επί αυτοκρατορίας Νέρωνα. Μια καταστρεπτική πυρκαγιά θα ξεκινήσει από την περιοχή του Τσίρκο Μάσιμο και θα πυρπολήσει μεγάλο μέρος της πόλης. Πολλοί ιστορικοί ισχυρίζονται πως ο αυτουργός ήταν ο ίδιος ο Νέρωνας· αναμφισβήτητα πάντως, ο ίδιος θα αποκομίσει διάφορα οφέλη από την καταστροφή, ένα από τα σπουδαιότερα θα είναι η νέα χωροταξική διάταξη της πόλης. Στην θέση των καμένων σπιτιών που βρίσκονταν στην τότε ελώδη κοιλάδα που βρίσκεται σήμερα το Κολοσσαίο, θα κτίσει την περίφημη Domus Aurea, την «χρυσή» ιδιωτική κατοικία του και δίπλα θα κατασκευάσει μια μεγάλη τεχνητή λίμνη, εκεί που βρίσκεται ακριβώς σήμερα το Κολοσσαίο. Ο Νέρωνας θα την απολαύσει για ελάχιστα χρόνια, το 68 θα πεθάνει, αυτοκτονώντας.

Ο επόμενος αυτοκράτορας, Βεσπασιανός, θα αποφασίσει να «επιστρέψει» την κοιλάδα στον λαό, η περιοχή θα αποστραγγισθεί και το 72 θα αρχίσουν οι εργασίες για την κατασκευή του μεγαλύτερου ρωμαϊκού αμφιθεάτρου. Οι εργασίες θα κρατήσουν μόλις 8 χρόνια (για την κατασκευή του θα εργαστούν χιλιάδες Ιουδαίοι αιχμάλωτοι που είχαν συλληφθεί από τον Τίτο μετά την καταστροφή των Ιεροσολύμων) και το 80 θα γίνουν τα εγκαίνια του.
Η κατασκευή αν και τεράστια, εντούτοις είναι αρκετά απλή και βασίζεται στην εφαρμογή της τεχνικής των τόξων, που τόσο άρεσε στους Ρωμαίους αρχιτέκτονες και που όντως έλυνε πολλά προβλήματα σχετικά με την κατανομή των βαρών. Πραγματικά, κοιτώντας το από το εξωτερικό μοιάζει με απανωτά ρωμαϊκά υδραγωγεία, το ένα πάνω στο άλλο.

Στα μάτια του θεατή παρουσιάζονταν κατάλευκο, καλυμμένο με μάρμαρα και στολισμένο με κολώνες και αγάλματα, ενώ ένα τεράστιο άγαλμα του θεού Ήλιου (πρώην Νέρωνα) βρίσκονταν στο εξωτερικό του. Είχε ελλειπτική φόρμα, διέθετε τέσσερις ορόφους (3 με αψίδες και τον τελευταίο με παράθυρα), οι αψίδες/θύρες ήταν όλες αριθμημένες για να ρυθμίζεται η είσοδος σαν τα σημερινά στάδια και είχε χωρητικότητα 50.000 θεατών.
Τα εγκαίνια κράτησαν 100 ημέρες, 100 ημέρες παιγνιδιών και θεαμάτων. Πηγές αναφέρουν πως σε αυτό το διάστημα βρήκαν τον θάνατο 2.000 άτομα και 9.000 ζώα, 5.000 εκ των οποίων σε μια μόνο ημέρα.

Η είσοδος στο Κολοσσαίο ήταν δωρεάν και οι κερκίδες χωρίζονταν σε 6 τομείς (cavea), ανάλογα με την κοινωνική τάξη: Στον πιο χαμηλό έπαιρνε θέση ο αυτοκράτορας, ο στενός του κύκλος και μια περιορισμένη ελίτ. Στον δεύτερο οι πατρίκιοι, στον τρίτο οι φιλοξενούμενοι της αυτοκρατορίας και οι ευγενείς, στον τέταρτο οι πληβείοι άντρες, στον πέμπτο οι πληβείες, ενώ στον τελευταίο τομέα, όρθιοι, έπαιρναν θέση όσοι ανήκαν στα κατώτατα κοινωνικά στρώματα.
Η αρένα ήταν καλυμμένη με άμμο και από κάτω της βρίσκονταν τα υπόγεια που χρησίμευαν σαν αποθήκες και χώρους φύλαξης των ζώων. Ανελκυστήρες τα συνέδεαν με την επιφάνεια της αρένας προς χάρη εντυπωσιακών εμφανίσεων.

Το Κολοσσαίο ήταν φυσικά μια βιομηχανία θανάτου. Βέβαια ο θάνατος αυτός καθαυτός δεν ικανοποιούσε τους Ρωμαίους, έπρεπε να μετατραπεί σε θέαμα και να ενσωματωθεί στα πλαίσια πλούσιων σεναρίων. Με λίγα λόγια, έπρεπε να υπάρχει φαντασία στην θανάτωση. Ας δούμε πως εξελίσσονταν αυτά τα θεάματα στο διάστημα μιας ημέρας.

Κατά τις πρωινές ώρες λάμβαναν χώρα τα venationes, το κυνήγι και η θανάτωση των αγρίων ζώων. Η αρένα μετατρέπονταν σε φυσικό περιβάλλον των ζώων, με φυτά, δέντρα, λίμνες, ερήμους, ανάλογα με το σενάριο. Ο λαός έφτανε στο Κολοσσαίο για να δει ζώα εξωτικά, που δεν είχε δει ποτέ του, τα οποία παρουσιάζονταν ξαφνικά στα μάτια τους διαμέσου των υπόγειων ανελκυστήρων. Λέγεται μάλιστα πως στην συνεχή προσπάθεια καλυτέρευσης του θεάματος και εντυπωσιασμού των θεατών, κατάφεραν μια φορά να εμφανίσουν μια ξύλινη φάλαινα που από το εσωτερικό της ξεπετάχτηκαν 40 λευκές αρκούδες. Επίσης, επί Κόμμοδου το 191 θανατώθηκαν σε ένα πρωί 100 αρκούδες. Ακόμη, επί Πρόμπου το 281, ακούστηκαν στην αρένα οι ταυτόχρονοι βρυχηθμοί 100 λιονταριών.

Kατά την ώρα του μεσημεριανού φαγητού γίνονταν μια παύση στο θέαμα για την τακτοποίηση και τον καθαρισμό της αρένας. Συνάμα, εκτελούνταν και οι διάφορες θανατικές ποινές που είχαν αποφασιστεί από τα δικαστήρια, ποτέ όμως με απλό τρόπο, αλλά με κάποια φαντασία, συνήθως χρησιμοποιούσαν άγρια ζώα.
Κατά το απόγευμα λάμβαναν μέρος οι γνωστές μονομαχίες. Οι μονομάχοι έφταναν στο Κολοσσαίο από το διπλανό τους στρατόπεδο (Ludus Magnus), που συνδέονταν απευθείας με το αμφιθέατρο. Επάγγελμα πολύ επικίνδυνο αλλά αρκετά προσοδοφόρο, προσφέρονταν σαν ευκαιρία στους αιχμαλώτους πολέμου που διέθεταν τα απαραίτητα προσόντα.
Κατά την διάρκεια του θεάματος οι νεκροί μεταφέρονταν έξω από την αρένα από υπηρέτες οι οποίοι ήταν μεταμφιεσμένοι σε θεούς. Είναι γνωστότατες οι δύο φράσεις που προφέρονταν από τον λαό για να κρίνουν την τύχη του ηττημένου: Mitte (σωτηρία) και jugula (θάνατος). Το τελευταίο εκδηλώνονταν και με τον αντίχειρα γυρισμένο προς τα κάτω (pollice verso).

Κατά την διάρκεια των εορτών για την νίκη του Τραϊανού κατά των Δακών αγωνίστηκαν 10.000 μονομάχοι.
Η τελευταία μονομαχία έγινε το 437 ενώ οι τελευταίες θανατώσεις ζώων έγιναν το 523.

Με την πτώση της αυτοκρατορίας το Κολοσσαίο θα αφεθεί στην τύχη του. Τα πρωτοχριστιανικά χρόνια και μέχρι τον μεσαίωνα θα γίνει έδρα αδελφοτήτων, νοσοκομείο, νεκροταφείο, φρούριο. Θα υποστεί σημαντικές ζημιές από τον σεισμό του 1349, όταν θα καταρρεύσουν οι τοξοστοιχίες της νότιας πλευράς. Τον 15°αιώνα ο πάπας Ιούλιος Β’ θα δώσει την άδεια να χρησιμοποιηθεί το μάρμαρο για την κατασκευή χριστιανικών ναών και μεγάρων, ενώ τα αγάλματα θα γίνουν μαρμαρόσκονη. Λίγο αργότερα ο Σίξτος Ε’ θα σκεφτεί να το κατεδαφίσει εξ ολοκλήρου, πράγμα που ευτυχώς δεν θα πραγματοποιηθεί.

Πρέπει να φτάσουμε στον πάπα Βενέδικτο ΙΔ’, κατά τον 18° αιώνα, ο οποίος θα διατηρήσει όλα τα αρχαία μνημεία και θα σώσει το Κολοσσαίο, διακηρύσσοντάς το ιερό τόπο, σαν πράξη ευσέβειας προς το μαρτύριο των πρώτων χριστιανών. Βέβαια δεν υπάρχει καμία ιστορική πηγή που να τεκμηριώνει την υποψία θανατώσεως χριστιανών, στα πλαίσια θεαμάτων στο Κολοσσαίο.

Μια νύξη και για την προέλευση του ονόματος: Σύμφωνα με την πιο διαδεδομένη εκδοχή, το όνομα προέρχεται από το «κολοσσιαίο» άγαλμα του Νέρωνα/θεού Ήλιου (Sol Invictus) που υπήρχε κατά την αρχαιότητα και που καταστράφηκε κατά την αυτοκρατορική περίοδο. Το αδύνατο σημείο της είναι πως δεν μπορούσε να διατηρηθεί το άγαλμα στη μνήμη του λαού για τόσους αιώνες. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, κατά το Μεσαίωνα το Κολοσσαίο, ανάμεσα στα άλλα, ήταν και έδρα σεχτών που λάτρευαν τον Σατανά. Τα μέλη τους για να αναγνωριστούν μεταξύ τους, έκαναν την ερώτηση “Colis Eum?” (πιστεύεις σ’Αυτόν;), για να λάβουν την απάντηση “Ego Colo” (εγώ πιστεύω). Ο πάπας Βενεδίκτος ΙΔ’ έβαλε να εξορκίσουν το Κολοσσέο και να το αφιερώσουν στην μνήμη των παθών του Χριστού.

Έργα συντήρησης άρχισαν ήδη από τον 19° αιώνα, από το 1980 συμπεριλαμβάνεται στα μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς ενώ από το 2007 το συγκρότημα θα συμπεριληφθεί μεταξύ των “Επτά Θαυμάτων του Κόσμου”. Το Κολοσσαίο είναι σήμερα η μεγαλύτερη τουριστική πηγή (5 εκατομμύρια επισκέπτες τον χρόνο) και σύμβολο της Ρώμης.

* *

Στα υπόγεια

Mε ειδικό εισητήριο και κατά συνοδευόμενες ομάδες από προσωπικό του χώρου μπορεί κανείς να κατέβει και στα υπόγεια του Κολοσσαίου.