Η συνοικία Τραστέβερε (Trastevere) ήταν μια από τις τελευταίες και πιο πρόσφατες περιοχές που κατοικήθηκε κατά την αυτοκρατορική περίοδο. Όπως μαρτυρά το όνομά της, βρίσκονταν πέρα από τον Τίβερη, στην «άλλη» όχθη του ποταμού και κοντά στους λόφους που χρησίμευαν για την άμυνα της πόλης. Οι κάτοικοι που εγκαταστάθηκαν εκεί ανήκαν στην φτωχή και μικρομεσαία τάξη και σε αυτούς προστέθηκαν και οι ξένοι που έψαχναν κατοικία στην Ρώμη. Ήταν λοιπόν μια λαϊκή πολυεθνική συνοικία, όπου αφθονούσαν οι insule, οι πολυκατοικίες της εποχής. Λογικό ήταν κάτω από αυτές τις συνθήκες να βρει πρόσφορο έδαφος η εξάπλωση της καινούργιας θρησκείας, του χριστιανισμού.
Κατά τα πρώτα χρόνια της εξάπλωσης του χριστιανισμού στην Ρώμη, ο τόπος λατρείας ήταν οι ιδιωτικές κατοικίες όπου και συγκεντρώνονταν οι πιστοί κατά ομάδες. Θα πρέπει να περιμένουμε την άφιξη του Μ. Κωνσταντίνου για να συναντήσουμε όχι μόνο την νομιμοποίηση του χριστιανισμού αλλά και την τυποποίηση του χώρου όπου γίνεται η λατρεία, με την βασιλική του Λατερανού σαν προτύπου.
Οι πρώτες πρωτοχριστιανικές βασιλικές θα αναπτυχθούν πάνω σε προγενέστερα ρωμαϊκά κτίσματα που χρησίμευαν, όπως είπαμε, σαν πρώτοι τόποι λατρείας και που έπαιρναν το όνομα από τον ιδιοκτήτη τους (titulus Callisti, titulus Ceaciliae κλπ). Αργότερα η εκκλησία θα επιδιώξει να ταυτίσει το όνομα του titulus με το όνομα μαρτύρων, ανακηρύσσοντας μάρτυρες ανά χιλιάδες.
Μέχρι τον 7° αιώνα οι χριστιανικές εκκλησίες δεν φιλοξενούσαν σωρούς και σώματα αγίων. Αντίθετα, η ταφή των νεκρών γίνονταν έξω από την πόλη, παράδοση που ακολουθούσε τους νόμους της αρχαίας Ρώμης, βάσει των οποίων οι ταφές και τα νεκροταφεία θα έπρεπε να βρίσκονταν έξω από τα ιερά σύνορα του άστεως, σύνορα που καθορίζονταν από το γνωστό pomerium. Η πόλη των άλλοτε δύο εκατομμυρίων όμως είχε συρρικνωθεί τόσο πολύ που για τις μόλις 20 χιλιάδες των κατοίκων του Πρώιμου Μεσαίωνα που κατοικούσαν γύρω από το ποτάμι, γίνονταν απαγορευτική η χρήση των παλαιών νεκροταφείων, τα οποία βρίσκονταν σε μακρινότατες αποστάσεις.
Την λύση θα δώσει ο πάπας Πασχάλης Α’ επιτρέποντας την ταφή στο εσωτερικό της πόλης και στους τόπους λατρείας. Θα προχωρήσει ακόμη παραπέρα, οργανώνοντας ένα κυνήγι ανακάλυψης μαρτύρων και σωμάτων στα παλιά νεκροταφεία, μεταφέροντάς τα στην Ρώμη και τοποθετώντας τα στις εκκλησίες και στις βασιλικές. Θα αφιερώσει τις τελευταίες στους μάρτυρες και θα τους δώσει το όνομα τους. Είναι η έναρξη του φαινόμενου του αστικού προσκυνήματος που θα πάρει τεράστιες διαστάσεις κατά τον Μεσαίωνα και μετά, με τα ποτάμια των προσκυνητών να πηγαίνουν από πόλη σε πόλη, επισκέπτοντας τις βασιλικές και τους προστάτες μάρτυρές τους.
Η υπόγεια βασιλική του Αγίου Χρυσογόνου | basilica sotterranea di San Crisogono, μια από τις λιγότερο γνωστές της Ρώμης, ανακαλύφθηκε το 1907 στα πλαίσια ανασκαφών και βρίσκεται κάτω από την σημερινή βασιλική του 12ου αιώνα. Κατασκευάστηκε τον 5ο αιώνα μΧ. Ο όρος «υπόγεια» δεν έχει καμία σχέση με το «κρυφή», βρισκόμαστε ήδη στην εποχή του Μ. Κωνσταντίνου. Η βασιλική θα κατασκευαστεί πάνω σε παλαιότερες ρωμαϊκές κατοικίες αλλά και αυτή με την σειρά της θα γίνει βάση για την μελλοντική βασιλική. Ήταν μια συνήθεια πολύ διαδεδομένη στην Ρώμη, ειδικά στις περιοχές δίπλα στον Τίβερη που πλημμύριζαν τακτικά. Προτιμούσαν να χτίζουν πάνω στο παλαιότερο οικοδόμημα για να αυξήσουν το ύψος σε σχέση με το επίπεδο του Τίβερη, παρά να καθαρίσουν τον υπάρχοντα χώρο.
Η υπόγεια βασιλική είναι μονόκλιτη και όχι τρίκλιτη, πράγμα που σημαίνει πως δεν κατασκευάστηκε εκ θεμελίων αλλά πάνω στα ερείπια άλλων ρωμαϊκών κτηρίων. Στην κόγχη της φυλάσσονταν η σωρός του Αγίου Χρυσόγονου. Μια σιδερόφραχτη πόρτα δίνει πρόσβαση στο Βαπτιστήριο της βασιλικής, κάποτε στολισμένο με μάρμαρα και λουσμένο από άπλετο φως που έμπαινε από τα μεγάλα παράθυρα. Που και που σώζονται οι παλιές τοιχογραφίες με την χαρακτηριστικό στυλ εικονογραφίας της εποχής. Συναντάμε επίσης και αρκετές ρωμαϊκές σαρκοφάγους που οι χριστιανοί συνήθιζαν να μετατρέπουν σε οστεοφυλάκια.
Η υπόγεια βασιλική υπέφερε πολύ από τις πλημμύρες του Τίβερη και το 1126 αποφασίστηκε η εξ ολοκλήρου ανοικοδόμησή της σε υψηλότερο επίπεδο, πάνω από την παλαιά.
Στην σημερινή βασιλική άξιοι λόγου είναι οι 22 αρχαίοι κίονες που στηρίζουν το κλίτος, η περίτεχνη διακόσμηση του δαπέδου, ένα παρεκκλήσι του Μπερνίνι, καθώς και το εξωτερικό κωδωνοστάσιο.Η πρόσβαση στην υπόγεια βασιλική γίνεται από το σκευοφυλάκιο της σημερινής. Η είσοδος γίνεται με προσφορά, γύρω στα 3 ευρώ. Αξίζει και ένας περίπατος στην χαρακτηριστική συνοικία που βρίσκεται η βασιλική.
Leave A Comment