Το όνομα της πλατείας προέρχεται από το κτίριο της Πρεσβείας της Ισπανίας στο τότε παπικό κράτος και από το 1870 και μετά , στην Αγία Έδρα. Βρίσκεται στην νότια πλευρά της πλατείας και χρονολογείται από το 1647. Η περιοχή, κατά τον 16° αιώνα θεωρούνταν προαστιακή και ήταν χώρος στάθμευσης των αμαξών που μετέφεραν τους επισκέπτες στην πόλη.

Μπροστά από το κτίριο, το οποίο εξακολουθεί να λειτουργεί σαν έδρα του πρέσβη της Ισπανίας στην Αγία Έδρα, βρίσκεται η Στήλη της Αμώμου Συλλήψεως της Θεοτόκου (Immacolata Concezione), την οποία θέλησε να εγείρει ο πάπας Πίος Θ’ το 1857 στη μνήμη του δόγματος της Αμώμου Συλλήψεως της Θεοτόκου, που είχε καθοριστεί τρία χρόνια νωρίτερα.
Μια μεγάλη βάση με πολύχρωμα μάρμαρα, φιλοξενεί τα αγάλματα του Μωυσή, Δαβίδ, Ησαΐα και Ιεζεκιήλ, καθώς και τέσσερα ανάγλυφα που απεικονίζουν τον ορισμό του δόγματος, το όνειρο του Αγίου Ιωσήφ, την Στέψη της Παναγίας στον Ουρανό και τον Ευαγγελισμό. Η στήλη έχει πάνω από 11 μέτρα ύψος και στο τέλος της βρίσκεται το γιγαντιαίο άγαλμα της Παναγίας, φτιαγμένο από κράμα ορείχαλκου. Το σύνολο έχει πάνω από 29 μέτρα ύψος. Τα εγκαίνια έγιναν στις 8 Δεκέμβρη 1857 και κάθε χρόνο, το πρωί της 8ης Δεκεμβρίου, μια ομάδα της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας αναρριχείται στην κορυφή, τοποθετώντας φρέσκα λουλούδια στην αγκαλιά της Παναγίας.
Στην πλατεία βρίσκεται επίσης το αρχικό κτίριο του Κολλεγίου της Προπαγάνδας για την Πίστη (Collegio Propaganda Fide), που ανατέθηκε στον Μπερνίνι (Bernini) και ολοκληρώθηκε από τον Μπορομίνι (Borromini). Το Κολέγιο, ο σκοπός του οποίου ήταν να εκπαιδεύσει καθολικούς ιεραποστόλους για να εξαπλώσουν την πίστη σε μακρινούς τόπους, ιδρύθηκε το 1626 από τον Πάπα Ουρβανό Η’ (Urbano VIII), από το οποίο το Ουρβάνειο Κολέγιο (Collegio Urbano) παίρνει και το όνομα.

Στους πρόποδες των Ισπανικών Σκαλιών υπάρχει η διάσημη κρήνη που ονομάζεται “Barcaccia»(σαπιοκάραβο, παλιόβαρκα), γλυπτό του Πιέτρο Μπερνίνι (Pietro Bernini), πατέρα του Gian Lorenzo (στον οποίο ανήκουν οι διακοσμήσεις κατά μήκος των πλευρών). Το όνομα, προφανώς υποτιμητικό, προέρχεται από τις βάρκες που στο κοντινό λιμάνι της Ripetta, χρησιμοποιήθηκαν για τη μεταφορά του κρασιού. Η παράδοση λέει ότι ο Πάπας Ουρβανός Η’ έμεινε τόσο εντυπωσιασμένος από μια βάρκα που είχε προσαράξει στην πλατεία μετά από μια πλημμύρα του Τίβερη, ώστε θέλησε να  αποθανατίσει την εικόνα στο μάρμαρο και στις μνήμες του κόσμου. Η αλήθεια είναι πως η «παλιόβαρκα» είναι ο καρπός της ιδιοφυΐας του Bernini, ο οποίος εκμεταλλεύτηκε την αναπαράσταση μιας βάρκας σε προφανή κίνδυνο να βυθιστεί, για να εξαλείψει το πρόβλημα που προέκυπτε από τη χαμηλή πίεση του νερού που τροφοδοτούσε τη βρύση. Οι μέλισσες και οι ήλιοι που στολίζουν το σιντριβάνι είναι τα σύμβολα της οικογένειας του Ουρβανού Η’, των Barberini. Αξίζει να παρατηρήσουμε τα δύο σκαλοπατάκια που χρησιμοποιεί ο κόσμος για να πλησιάσει την βρύση και να πιεί νερό, τα οποία έχουν καταναλωθεί από το πάτημα, με την πάροδο των αιώνων. Άλλο αξιοθαύμαστο γεγονός είναι πως η κρήνη κατασκευάστηκε πριν από την διάσημη Ισπανική Σκάλα, αλλά παρόλα αυτά οι δύο κατασκευές δένουν θαυμάσια μεταξύ τους.

Στα πλάγια της σκάλας υπάρχουν δύο κτίρια. Το πρώτο, στη δεξιά πλευρά της σκάλας, ονομάζεται “Casina Rossa” (κόκκινο σπιτάκι), και ανήκε σε μια κυρία με το όνομα Άννα Αντζελέτι, η οποία διατηρούσε ενοικιαζόμενα δωμάτια σε τουρίστες που επισκέπτονταν την Ρώμη. Εδώ έζησε και πέθανε ο Άγγλος ποιητής Jhon Keats.
Η “Casina Rossa» αγοράστηκε από το Keats-Shelley Memorial House το 1906 με σκοπό την δημιουργία ενός λογοτεχνικού ναού προς τιμήν των Άγγλων ρομαντικών ποιητών. Το κτίριο ανακαινίστηκε και μετατράπηκε σε βιβλιοθήκη και ανοικτό μουσείο για το κοινό, το 1909.

Από την άλλη πλευρά της σκάλας, υπάρχει ένα δίδυμο κτίριο που επαναλαμβάνει πιστά τα διακοσμητικά στοιχεία της Casina Rossa. Στην ισόγεια αίθουσα φιλοξενεί το σαλόνι τσαγιού Babington’s που εγκαινιάστηκε το 1893 από δύο Αγγλίδες κυρίες.

Αναμφισβήτητα, η πλατεία της Ισπανίας μαζί με την Τρινιτά ντέι Μόντι, για την οποία θα μιλήσουμε σε ξεχωριστό κεφάλαιο, είναι από τα πιο διάσημα και θεαματικότερα σημεία της Ρώμης, σίγουρα ένα must, ένας «αναγκάστικός» σταθμός σε μια επίσκεψη στην Ρώμη.