Δίπλα και στα ανατολικά του Κολοσσαίου ο επισκέπτης θα προσπεράσει με αδιάφορο τρόπο κάποια ρωμαϊκά ερείπια που μόλις διακρίνονται κάτω από την επιφάνεια του εδάφους. Δικαιολογημένα άλλωστε, δίπλα στην τεράστια  όψη του Κολοσσαίου, γνωστό σε όλο τον κόσμο, οτιδήποτε άλλο φαντάζει ασήμαντο. Και όμως, εδώ κατοικούσαν και γυμνάζονταν αυτοί που του έδιναν ζωή και πολλές φορές πλήρωναν με την ζωή τους την ψυχαγωγία του λαού, οι μονομάχοι.

ludus-magnus

Ludus Magnus

 

Πρόκειται για το Ludus Magnus, το κυριότερο και μεγαλύτερο γυμναστήριο των μονομάχων στη Ρώμη. Ήταν ένας από τους τέσσερις στρατώνες (Ludi) που χτίστηκαν από τον Δομιτιανό στην Ρώμη, σήμερα μόνο εν μέρει ορατός. Κατασκευάστηκε πάνω στα χαλάσματα κατοικιών που καταστράφηκαν την εποχή της Μεγάλης πυρκαγιάς της Ρώμης (64μ.Χ.) και έμεινε σε ενέργεια μέχρι την εγκατάλειψή του κατά τον 6° αιώνα, όταν η περιοχή χρησιμοποιήθηκε σαν χώρος ταφών. Μπορούμε να πούμε πως η ζωή του Ludus Magnus τερματίζει μαζί με αυτή του Κολοσσαίου και την παύση των επιδείξεων των μονομάχων, όταν ήδη στις αρχές του 6ου έχει σταματήσει κάθε μορφή συντήρησης του αμφιθεάτρου. Στην περιοχή θα ξεφυτρώσουν πολυάριθμες εκκλησίες και η πόλη θα ερημωθεί όλο και πιο πολύ.

Τα ερείπια του βόρειου μισού του συγκροτήματος ήλθαν στο φως το 1937, κατά τη διάρκεια εργασιών για την κατασκευή ενός νέου κτιρίου και οι ανασκαφές κράτησαν μέχρι το 1957. Η πραγματική δομή του Ludus Magnus φανερώθηκε διαμέσου ενός θραύσματος του Forma Urbis (μαρμάρινου χάρτη της Ρώμης) : το συγκρότημα αποτελούνταν από ένα κτίριο, μια ελλειπτική αρένα (με μήκος του κύριου άξονα 62 μέτρα) και από τις κερκίδες που την περιβάλλουν, σχηματίζοντας ένα μικρό αμφιθέατρο που ήταν αρχικά καλυμμένο με μάρμαρο, χωρητικότητας περίπου 3.000 θεατών.

ludus

Το κτίριο ήταν τριώροφο, με δομή ίδια με αυτή άλλων στρατώνων, με δωμάτια με καταλύματα και υπηρεσίες γύρω από ένα κεντρικό χώρο και περιβάλλονταν από ένα τετράστοο με κολόνες από τραβερτίνη. Βρέθηκαν τα ερείπια 14 δωματίων που χρησίμευαν σαν υπνοδωμάτια αλλά απουσιάζουν τα ίχνη παρουσίας κλινών: Για αυτό τον λόγο πιστεύεται πως οι μονομάχοι κοιμούνταν στο πάτωμα. Κάθε δωμάτιο έχει εμβαδόν περίπου 20 τ.μ. και φιλοξενούσε 2 μονομάχους. Η χωρητικότητα ολόκληρου του στρατώνα υπολογίζεται σε περίπου 1.000 μονομάχους.  Η κεντρική αυλή χρησίμευε σαν αρένα για την εκπαίδευση των μονομάχων και ήταν πιστό αντίγραφο της αρένας του Κολοσσαίου, σε αναλογία 1:2,5.

Η επιλογή της θέσης κατασκευής του Ludus Magnus έγινε με τέτοιον τρόπο ώστε να υπάρχει μια λειτουργική σχέση και μια άμεση σύνδεση με το Κολοσσαίο. Πράγματι, το 1939 θα ανακαλυφθεί μια υπόγεια διάβαση πλάτους 2 μέτρων που συνέδεε τον στρατώνα με το Κολοσσαίο και οδηγούσε στα υπόγεια του τελευταίου. Έτσι, κατά την διάρκεια των αγώνων, οι μονομάχοι έκαναν προθέρμανση, θα λέγαμε, στο Ludus Magnus και στην συνέχεια, διαμέσου της στοάς εμφανίζονταν κατευθείαν στο αμφιθέατρο.  Η κατασκευή της υπόγειας διάβασης ξεκίνησε επί Δομιτιανού, ολοκληρώθηκε και εγκαινιάστηκε από τον Τραϊανό και τελειοποιήθηκε από τον Αδριανό.

Σε άμεση γειτνίαση με την σχολή των μονομάχων βρίσκονταν όλες εκείνες οι δομές που σχετίζονταν με την δραστηριότητά των μονομάχων στο Κολοσσαίο, όπως: το spoliarium, όπου τοποθετούνταν τα πτώματα μετά τις μονομαχίες και τους αφαιρούνταν οι πανοπλίες. Το saniarium, ένα μικρό «Πρώτων Βοηθειών», για την φιλοξενία και τη φροντίδα των τραυματισμένων μονομάχων. Το summum choragium, η αποθήκη όπου αποθηκεύονταν τα σκηνικά, οι μηχανισμοί, τα κοστούμια και όλα τα είδη των εργαλείων και εξοπλισμού για την κατασκευή των σκηνογραφιών για το Κολοσσαίο. Τέλος, το armamentarium, όπου βρίσκονταν το οπλοστάσιο με τα όπλα που χρησιμοποιούσαν οι μονομάχοι και τα εργαστήρια για την επισκευή των όπλων και των πανοπλιών.

 

Ludus-2

Ludus Magnus. Διακρίνεται το διασωθέν τμήμα της αρένας.

 

ludus-3

Ό,τι έχει απομείνει από την δομή των κερκίδων.

 

Το σώμα των μονομάχων (gladiator, «ξιφομάχος», από το gladius) αποτελούνταν κυρίως από σκλάβους, θανατοποινίτες, πτωχευμένους δανειολήπτες, από άτομα που έχουν προσληφθεί από αριστοκρατικές οικογένειες, από έμμισθους εθελοντές (auctorati), από εθελοντές που έψαχναν χρήματα αλλά και φήμη, δεδομένου ότι ορισμένες φορές συμμετείχαν και πατρίκιοι, από πρώην αιχμαλώτους πολέμου οι οποίοι σχημάτιζαν ομάδες με τις οποίες οι επιχειρηματίες/διευθυντές, δηλαδή οι lanisti, οργάνωναν  θεάματα σε διάφορες περιοχές της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Οι μονομάχοι ορκίζονταν σε αυτούς πίστη και οι lanisti είχαν πάνω τους δικαίωμα ζωής και θανάτου. Είναι επομένως λάθος να πιστεύουμε ότι οι περισσότεροι από τους μονομάχους πέθαιναν στην αρένα, γιατί αν πέθαιναν δεν γίνονταν έμπειροι, και αν δεν ήταν έμπειροι δεν πρόσφεραν καλό θέαμα, με αποτέλεσμα οι διευθυντές να μην κερδίζουν αρκετά. Οι πιο διάσημοι μονομάχοι που τα ονόματά τους έμειναν στην ιστορία ήταν οι: Pompeio, Diocle, Calamus, Flamma και Muscloso. Ο lanista, με τον magister και τον medicus, αποφάσιζε την κατανομή των αρχαρίων (tiro) στην πιο κατάλληλη κατηγορία μονομάχων, φροντίζοντας την διατροφή και την άσκηση.

Οι μονομάχοι γυμνάζονταν παλεύοντας αρχικά με σνθρώπινα ομοιώματα, (palum) και στη συνέχεια μεταξύ τους, αλλά με ψεύτικα όπλα. Οι μονομάχοι του ίδιου γυμναστηρίου ήταν μέρος του ίδιου ομίλου, της  familia gladiatoria. Στην αρένα, ανάλογα με τον οπλισμό που έφεραν, αν ήταν οπλισμένοι με δίχτυ και τρίαινα ονομάζονταν “retiarii”, αν ήταν οπλισμένοι με σπαθί, ασπίδα και κράνος ονομάζονταν “secutores”, αν πάλευαν με άγρια θηρία και ζώα, “bestiarii”.

Ο lanista ήταν ένας επιχειρηματίας ο οποίος ασχολούνταν με το εμπόριο των μονομάχων και την ενοικίασή τους στους διοργανωτές των αγώνων (τους editor ή munerarius). Έβγαζε κέρδος ακόμη και αν ο μονομάχος πέθανε στην αρένα, καθώς ο διοργανωτής, εκτός από την τιμή της ενοικίασης, σε περίπτωση θανάτου του μονομάχου πλήρωνε στον lanista ένα περαιτέρω ποσό, ένα είδος αποζημίωσης για την απώλεια μελλοντικών κερδών. Για αυτό τον λόγο το επάγγελμα του lanista ήταν μάλλον απεχθές. Ο lanista ήταν συχνά ένας πρώην μονομάχος, πλαισιωμένος από τους Doctores (ή Magistri), έμπειρους βετεράνους απαλλαγμένους από την ιδιότητα του μονομάχου, οι οποίοι όταν είχαν κλείσει την καριέρα τους με μια σειρά επιτευγμένων νικών, τους είχε απονεμηθεί το rudis (ξύλινο σπαθί), κατατάσσοντάς τους στην τάξη των rudiarii. Ο lanista έφερε σαν σημάδι ηγεσίας μια ράβδο (virga) και φρόντιζε για τον εξοπλισμό του  γυμναστηρίου, ανάλογα με τις ικανότητες των μονομάχων του.

 

Τμήμα από το «Μωσαϊκό του Μονομάχου«, Galleria Borghese, Ρώμη.

Τμήμα από το «Μωσαϊκό του Μονομάχου», Galleria Borghese, Ρώμη.

 

Οι μονομαχίες έφτασαν στο αποκορύφωμά τους μεταξύ του 1ου αιώνα π.Χ. και του 2ο αιώνα μ.Χ.
Το 399 μ.Χ. λόγω των πιέσεων του χριστιανισμού θα κλείσουν οι σχολές μονομάχων της Ρώμης. Ο χριστιανισμός, αν και περιφρονούσε τα θεάματα αυτού του είδους, δεν θα καταφέρει να τα απαγορεύσει εντελώς, ούτε καν στην ίδια την Ρώμη. Οι τελευταίοι αγώνες μεταξύ μονομάχων θα γίνουν το 439 μ.Χ., περισσότερο από έναν αιώνα μετά τον πρώτο τους αποκλεισμό από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο.

 

Το Ludus Magnus βρίσκεται εδώ.